ἀπεσταλμένων

ἀπεσταλμένων
ἀποστέλλω
send off
perf part mp fem gen pl
ἀποστέλλω
send off
perf part mp masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Υδάρνης — Όνομα Περσών στρατηγών και μεγιστάνων. 1. Πέρσης στρατηγός, γιος του Υδάρνη, που ηγήθηκε 10.000 επίλεκτων Περσών που τους ονόμαζαν «αθάνατους», γιατί όταν κάποιος απ’ αυτούς πέθαινε ή σκοτωνόταν τον αντικαθιστούσαν αμέσως με άλλον. Όταν ο Ξέρξης… …   Dictionary of Greek

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • ισλαμισμός — Μονοθεϊστική θρησκεία την οποία ίδρυσε ο Μωάμεθ (570 632) κατά το πρώτο μισό του 7ου αι. μ.Χ. Από την ίδια ρίζα παράγεται και η λέξη μουσουλμάνος (μούσλιμ = αυτός που παραδίνεται στο θέλημα του Θεού και κατ’ επέκταση ο οπαδός του ι.). Ο ι.… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • φιλόθεος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Πέθανε με μαρτυρικό θάνατο στα Σαμόσατα της Κομαγηνής, τον 3o αι., μαζί με τους Άβιβο, Ιάκωβο, Ιουλιανό, Παρηγόριο, Ρωμανό και Υπερέχιο. Η μνήμη του τιμάται στις 29 Ιανουαρίου. 2. Ιδρυτής της μονής… …   Dictionary of Greek

  • Ανδοκίδης — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αττικός αγγειοπλάστης (6ος αι. π.Χ.). Υπήρξε τυπικός εκπρόσωπος της μεταβατικής φάσης από τον μελανόμορφο στον ερυθρόμορφο ρυθμό. Πιστεύεται μάλιστα πως ο ρυθμός αυτός διαμορφώθηκε στο εργαστήριό του. Στα αγγεία του… …   Dictionary of Greek

  • Αφγανιστάν — Κράτος της νοτιοκεντρικής Ασίας.Συνορεύει στα Β με το Τουρκμενιστάν (ΒΔ), το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν (ΒΑ) και την Κίνα (ΒΑ), στα Α και Ν με το Πακιστάν και στα Δ με το Ιράν.Το Α. βρίσκεται στο κέντρο της αχανούς νότιας Ασίας, ανάμεσα σε μια… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • ιησουίτες — Ονομασία των μελών ενός θρησκευτικού τάγματος από κανονικούς κληρικούς της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας, η επίσημη ονομασία του οποίου είναι Εταιρεία του Ιησού (Societas Jesu). Αρχικός σκοπός της πρώτης κοινότητας, που ιδρύθηκε στο Παρίσι το 1534 από …   Dictionary of Greek

  • Ικίλιος — (Icilius). Επώνυμο οικογένειας Ρωμαίων πληβείων. 1. Σπόριος Ιούλιος (5ος αι. π.Χ.). Ήταν επικεφαλής των απεσταλμένων των πληβείων στη Σύγκλητο το 494 π.Χ. Χρημάτισε πρώτος δήμαρχος της Ρώμης. 2. Λεύκιος (5ος αι. π.Χ.). Γιος του προηγούμενου.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”